- ἀντιτειχίζω
- ἀντιτειχ-ίζω,A erect counter-fortifications,
πρὸς τὰς μηχανάς J.AJ14
. 16.2; trans., fortify instead,τὸ καταρριφθὲν τοῖς σώμασι Id.BJ5.8.2
: metaph.,τῷ τέλει τῆς ἡδονῆς Ph.1.426
([voice] Pass.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.